Sunday, May 28, 2017

Η Πόλις εάλω…



Φέτος εορτάζεται η 564η επέτειος από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς Τούρκους. Με αφορμή το γεγονός αυτό το Σάββατο 13 Μαΐου εκατοντάδες πιστοί ισλαμιστές συγκεντρώθηκαν για άλλη μια χρονιά, στις 4.00 το πρωί έξω από την Αγιά Σοφιά και προσευχήθηκαν ζητώντας την μετατροπή της από μουσείο σε τζαμί.
Η εκδήλωση-προσευχή οργανώθηκε από το Ίδρυμα Νεολαίας της Ανατολίας σε μια ειδική πλατφόρμα που στήθηκε έξω από την Αγιά Σοφιά. Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης διαβάστηκαν και στίχοι από το Κοράνι. Βασικό σύνθημα της AGD ήταν «σπάστε τις αλυσίδες, ανοίξτε τη Αγιά Σοφιά».
Οι τουρκικές προκλήσεις φαίνεται να έχουν πάρει μια άκρως εθνικιστική και θρησκευτική τροπή αφού με τις πράξεις αυτές προκαλούν ολόκληρη την Χριστιανοσύνη. Ήδη από τον περασμένο Οκτώβριο έχει διοριστεί μόνιμος ιμάμης στην Αγιά Σοφιά και τον Ιούλιο του 2016 είχε απαγγελθεί για πρώτη φορά στο εσωτερικό της εκκλησίας το Κοράνι.
Η Αγιά Σοφιά για τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό κατά τα Βυζαντινά χρόνια αποτελούσε τον υπέρτατο τόπο λατρείας, για το Θεό γι’ αυτό και ο ναός είναι αφιερωμένος στην σοφία του Θεού. Σε όλες τις δυσκολίες και τις πολιτικές εντάσεις οι Βυζαντινοί συγκεντρώνονταν στην Αγιά Σοφιά και προσευχόταν.
Στην Αγιά Σοφιά ακούστηκε για πρώτη φορά μουσουλμανικός ύμνος το 1453, όταν το βράδυ της Άλωσης ο σουλτάνος βεβήλωσε το ναό και ο μουσουλμάνος ιερέας έψαλε από τον άμβωνα, ενώ ο ίδιος προσευχήθηκε πάνω στην Αγία Τράπεζα.
Λίγα χρόνια αργότερα ο ναός μετατράπηκε σε μουσείο, ενώ καταστράφηκαν οι περισσότερες αγιογραφίες και ψηφιδωτά.
Η πτώση της Κωνσταντινούπολης σήμαινε την πτώση μιας αυτοκρατορίας αλλά και μιας εποχής ανάπτυξης των τεχνών και των γραμμάτων. Ακόμη και οι Οθωμανοί Τούρκοι μετά την άλωση της, την έκαναν πρωτεύουσα τους παρά την καταστροφή που της προκάλεσαν.
Το χρονικό της Άλωσης
Όταν ο Μωάμεθ Β’ έγινε σουλτάνος του τουρκικού κράτους, διαβεβαίωσε τη βυζαντινή πρεσβεία ότι θα σεβαστεί τις συνθήκες ειρήνης που είχαν υπογραφεί μεταξύ του πατέρα του, Μουράτ Β’, και του Κωνσταντίνου ΙΑ’ του Παλαιολόγου. Παρόλα αυτά ήδη από το πρώτο έτος της διακυβέρνησης του προετοιμαζόταν για την πολιορκία και την Άλωση της Πόλης. Εξόπλισε το στρατό του με σύγχρονα για την εποχή όπλα, το πυροβολικό του με 70 κανόνια, καθώς αύξησε το στόλο του κατά 150 πολεμικά πλοία. Την άνοιξη του 1452 έχτισε στο Βόσπορο ένα τεράστιο φρούριο, το Ρούμελη Χισάρ μέσω του οποίου έλεγχε τα πλοία που περνούσαν τα στενά και τα φορολογούσε.
Το Μάρτιο του 1453 ο τουρκικός στρατός, που αριθμούσε περισσότερους από 150.000 άντρες, συγκεντρώθηκε έξω από τα τείχη τη Πόλης. Στις 6 Απριλίου, ο Μωάμεθ έστειλε μήνυμα στον Κωνσταντίνο, ζητώντας του την παράδοση της Κωνσταντινούπολης. Η απάντηση του αυτοκράτορα ήταν αρνητική. Στις 7 Απριλίου κηρύχθηκε επίσημα η πολιορκία. Στις 12 Απριλίου ο τουρκικός στόλος με 400 πλοία αγκυροβόλησε στο Βόσπορο. Ο Κωνσταντίνος ωστόσο ήδη από τις 2 Απριλίου είχε ασφαλίσει την είσοδο του Κερατίου κόλπου με μια μεγάλη σιδερένια αλυσίδα κάνοντας αδύνατη την είσοδο σε τούρκικα πλοία.
Τα ξημερώματα της 20ης Απριλίου τρία γενοβέζικα πλοία και μια βυζαντινή φορτηγίδα, με κυβερνήτη το Φλαντανελά, κατάφεραν να περάσουν στον Κεράτιο κόλπο. Ακολούθησε φοβερή μονομαχία με τον τούρκικο στόλο να ηττάται. Το γεγονός εμψύχωσε τους Βυζαντινούς εξόργισε όμως τον σουλτάνο.
Μέσα σε μια νύχτα μ’ ένα τολμηρό και παρακινδυνευμένο σχέδιο ο σουλτάνος πέρασε μέσα σ’ ένα βράδυ 70 καράβια από το Βόσπορο στον Κεράτιο, σέρνοντάς τα για εννέα χιλιόμετρα στη στεριά πάνω σε κορμούς δέντρων. Για να εξασφαλίσει το γεγονός ότι δε θα γινόταν αντιληπτό το εγχείρημά του, τα κανόνια του βομβάρδιζαν ακατάπαυστα τα τείχη της Πόλης. Το πλήγμα για του Κωνσταντινοπολίτες ήταν βαρύ.
Στις 7 και στις 11 Μαΐου οι Τούρκοι επιχείρησαν νέες εφόδους που ωστόσο δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Στις 18 Μαΐου έστησαν ένα μεγάλο κινητό ξύλινο πύργο κοντά στην Πύλη του Αγίου Ρωμανού, όμως οι Βυζαντινοί κατάφεραν τη νύχτα να τον κάψουν.
Στις 21 Μαΐου ο σουλτάνος έστειλε πρέσβη στην Πόλη. Ζητούσε την παράδοσή της και επέτρεπε σ’ όσους ήθελαν να εγκαταλείψουν την πόλη μαζί με τα υπάρχοντά τους. Υποσχέθηκε στον αυτοκράτορα ότι θα τον αναγνώριζε ως ηγεμόνα της Πελοποννήσου και τον διαβεβαίωσε ότι ο πληθυσμός που θα παρέμενε στην πόλη δε θα σκοτωνόταν. Ο αυτοκράτορας με αξιοπρέπεια και αποφασιστικότητα προσφέρθηκε να πληρώνει υψηλούς φόρους και τα ήδη κατεκτημένα εδάφη να παρέμεναν στα χέρια του σουλτάνου. Για την Κωνσταντινούπολη όμως, όπως αναφέρεται στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών, απάντησε ότι: «Το να σου παραδώσω την Πόλη δεν είναι ούτε δική μου απόφαση ούτε κανενός αλλού που κατοικεί σε αυτή». Ύστερα από αυτό άρχισε η τελική επίθεση.
Τα ξημερώματα της Τρίτης, 29 Μαΐου, άρχισε η επίθεση σε πολλά μέρη των τειχών με ιδιαίτερο βάρος να δίνεται στο γκρέμισμα της πύλης του Αγίου Ρωμανού, όπου το τείχος ήταν σχεδόν καταστραμμένο. Ακολούθησε μια μεγάλη μάχη, με το Γενουάτη στρατιωτικό και οργανωτή της βυζαντινής άμυνας, Ιωάννη Ιουστινιάνη και τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να είναι παρόντες και να πολεμούν. Οι δυνάμεις των πολιορκημένων είχαν αρχίσει να εξαντλούνται. Ο Ιουστινιάνης τραυματίστηκε, εγκατέλειψε τη θέση του και κατέφυγε στο Γαλατά, με την αποχώρησή του να προκαλεί σύγχυση. Η έκβαση της μάχης ήταν η είσοδος των Τούρκων στην Πόλη και η μάχη σώμα με σώμα ανάμεσα στους δυο στρατούς με τον Κωνσταντίνο να πέφτει πολεμώντας ως απλός στρατιώτης. Οι Τούρκοι έσπειραν το θάνατο σε χιλιάδες ανθρώπους και άλλους τους αιχμαλώτισαν, για να τους πουλήσουν ως σκλάβους. Κατέστρεψαν κτίσματα, έργα τέχνης, πολύτιμα χειρόγραφα και εικόνες.
Ήταν Τρίτη 29 Μαΐου 1453. Ο ήλιος βασίλεψε και η Πόλη δεν ήταν πια η βασιλεύουσα των πόλεων, η άλλοτε αίγλη και υπεροχή της Βυζαντινής αυτοκρατορίας έσβησε οριστικά εκείνη την ημέρα.
Καλαϊτζάκη Ειρήνη- Ελένη
(Φοιτήτρια Δημοσιογραφίας ΙΕΚ ΑΚΜΗ Ηρακλείου)